Ευζωνικά Σώματα – Πολεμική Δράση
Β' Παγκόσμιος Πόλεμος
1940-1941
Την άνοιξη του 1940, η ιταλική εξωτερική πολιτική απέκτησε αρνητικό πρόσημο όσον αφορά την Ελλάδα, με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό του καταδρομικού «Έλλη» στο λιμάνι της Τήνου από υποβρύχιο (15 Αυγούστου). Ο Μουσολίνι είχε σχέδιο επίθεσης κατά της Ελλάδας, το οποίο κατέστησε σαφές με τελεσίγραφο που έστειλε στον Έλληνα Πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά. Ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, πραγματοποιήθηκε η ιταλική επίθεση.
Τις πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου 1940, η VIII Μεραρχία, υπό τη διοίκηση του Υποστράτηγου Χαράλαμπου Κατσιμήτρου, ήταν έτοιμη να αποκρούσει την ιταλική εισβολή, διαβεβαιώνοντας το Αρχηγό ΓΕΣ ότι οι Ιταλοί δεν θα περάσουν από το Καλπάκι (Ελαία). Το ύψωμα Καλπακίου (ύψ. 493) έλεγχε τον μοναδικό οδικό άξονα προς τα Ιωάννινα. Η Μεραρχία είχε σχεδιάσει να παρασύρει τις ιταλικές δυνάμεις στην οργανωμένη τοποθεσία Ελαίας, γι’ αυτό είχε αναπτύξει στην περιοχή το 1/3 των δυνάμεών της. Στα τμήματα προκαλύψεως της περιοχής είχαν ενταχθεί και τα ευζωνικά σώματα, στον τομέα Νεγράδων το 1/40 Τάγμα Ευζώνων, στον τομέα Καλαμά τέσσερα Τάγματα Ευζώνων των 40 και 42 Συνταγμάτων Ευζώνων και στον τομέα Πρέβεζας – Φιλιππιάδας τα Ι/39 και Ι/42 Τάγματα Ευζώνων είχε οριστεί ως εφεδρεία για την φρούρηση της ακτογραμμής.
Τις πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου 1940, το ιταλικό πυροβολικό έβαλε με σφοδρό βομβαρδισμό κατά των ελληνικών θέσεων προκάλυψης και των συγκοινωνιακών κόμβων της στενωπού στο Χάνι Δελβινάκι. Τα ελληνικά τμήματα συμπτύχθηκαν στις προκαθορισμένες θέσεις, επιβραδύνοντας τον εχθρό. Σύμφωνα με το σχέδιο, εγκαταστάθηκαν στην αμυντική τοποθεσία Καλαμά – Ελαία – Γκραμπάλα – Ύψωμα Κλέφτης.
Από τις 2 έως τις 8 Νοεμβρίου 1940, οι Ιταλοί επιτίθονταν κατά της τοποθεσίας Ελαίας. Τα ελληνικά τμήματα, που ανάμεσα τους ήταν τοποθετημένα και τα Τάγματα Ευζώνων -Ι/40, Ι/42 και ΙΙ/42- απέκρουσαν με σφοδρότητα την εχθρική επίθεση. Η VIII Μεραρχία, διεξάγοντας έναν καλά σχεδιασμένο αμυντικό αγώνα, είχε καταφέρει να συγκρατήσει τις ιταλικές δυνάμεις προ της τοποθεσίας Ελαίας – Καλαμά, προκαλώντας υλικές φθορές στις ιταλικές μεραρχίες. Οι Εύζωνες πολέμησαν με αυτοθυσία στις νικηφόρες μάχες της Πίνδου, όπου με την περίφημη ιαχή «αέρα» κατάφεραν να εκφοβίσουν τον ιταλικό στρατό.
Από τις 14 Νοεμβρίου 1940 έως τις 6 Ιανουαρίου 1941, ο Ελληνικός Στρατός εκδήλωσε γενική αντεπίθεση. Το Α’ Σώμα Στρατού στόχευε με τις επιθετικές ενέργειές του στην κατάληψη του κόμβου Τεπελενίου, στην εκκαθάριση των κοιλάδων Δρίνου και Ζαγοριά και τη διάνοιξη της κοιλάδας του Σιουσίτσα ποταμού, μέσω της κατάληψης του υψώματος Παπαθιά.
Το 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων αναλαμβάνει τις επιθετικές επιχειρήσεις προς Τεπελένι. Στις 25 Νοεμβρίου, τα ΙΙ/39 και ΙΙΙ/39 Τάγματα Ευζώνων κατευθύνονται προς Αργυρόκαστρο-Τεπελένι – Αυλώνα. Από τις 1 έως τις 4 Δεκεμβρίου, εκδηλώθηκαν σφοδρές μάχες στην κοιλάδα του Δρίνου, όπου οι Ιταλοί είχαν τοποθετήσει διπλές σειρές συρματοπλέγματος. Το 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων, περνώντας τα σύνορα στις 30 Νοεμβρίου, απελευθέρωσε το Δελβίνο (6 Δεκεμβρίου) και το Αργυρόκαστρο (8 Δεκεμβρίου). Στο ύψωμα Δόντι (Γκόλικο), που ελέγχει τα δυτικά στενά της Κλεισούρας και του Τεπελενίου, έδωσε σκληρές μάχες. Από τις 18 Ιανουαρίου 1941, συμμετείχε στις επιθέσεις από την Τρεμπεσίνα προς τη Μετζκοράνη, με σκοπό την κύκλωση του Τεπελενίου. Από τις 9 έως τις 15 Μαρτίου, αν και εκδηλώθηκε η ιταλική επίθεση, ωστόσο δεν κατάφερε να προελάσει προς Πρεμετή – Λεσκοβίκι – Μέρτζανη. Ο Ελληνικός Στρατός είχε καταφέρει να διατηρήσει αρραγές το μέτωπό του. Τη νύχτα 16/17 Απριλίου 1941, το 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων υπερκέρασε τις κορυφές του υψώματος Δόντι και κατευθύνθηκε στην κοιλάδα του Δρίνου.
Μέχρι τις 22 Απριλίου, που ανακοινώνεται η υπογραφή ανακωχής, έδωσε σκληρές μάχες στα σύνορα. Το 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων έχασε τους περισσότερους άνδρες από τα υπόλοιπα ελληνικά σώματα στην περιοχή και είχε σχεδόν δύο χιλιάδες παγόπληκτους τραυματίες. Στις 3 Μαΐου 1941, τα υπολείμματα του Συντάγματος κατέληξαν στην έδρα του Συντάγματος στο Μεσολόγγι.
Το 40 Σύνταγμα Ευζώνων (Απόσπασμα Συνταγματάρχου Τσακαλώτου) ανέλαβε τη διάνοιξη της κοιλάδας του Σιουσίτσα ποταμού. Ο Συνταγματάρχης Θρασύβουλος Τσακαλώτος, αντιλαμβανόμενος των εδαφικών δυσκολιών του δύσβατου χιονιού και της επιθετικής αντίδρασης των ιταλικών δυνάμεων, αποφάσισε να εκπορθήσει το ύψωμα της Παπαθιάς μέσω του αυχένα Κούτσι. Έτσι, διέταξε επίθεση από τα Ι/42 και ΙΙΙ/40 Τάγματα Ευζώνων και βόρεια προς τα υψώματα Φτέρα. Στις 13 Δεκεμβρίου, το Απόσπασμα του Συνταγματάρχου Τσακαλώτου προώθησε το Ι/42 Τάγμα Ευζώνων στην περιοχή Φτέρα -Τζόρα και ΙΙ/40 Τάγμα Ευζώνων στον ορεινό όγκο Μάλι Ιτέρας με απώτερο σκοπό να καταληφθεί η γραμμή Μάλι ε Τζόρετ -Παπαθιά. Την επομένη, κινήθηκε με το ΙΙ/40 Τάγμα Ευζώνων προς το Μάλι Ιτέρας. Μέχρι τις 17 Δεκεμβρίου, είχε καταφέρει επιτιθέμενο να έρθει σε στενή επαφή με την οργανωμένη τοποθεσία της εχθρικής δύναμης, κοντά στα συρματοπλέγματα. Αν και περιήλθε σε εχθρικό κλοιό, βαλλόμενο από το πυροβολικό τους, κατάφερε να εξέλθει αυτού.
Στις 19 Δεκεμβρίου, το Απόσπασμα Τσακαλώτου εκδήλωσε πετυχημένη αιφνιδιαστική επίθεση κατά του ισχυρά οργανωμένου από τις ιταλικές δυνάμεις Μάλι ε Τζόρετ, που βρισκόταν ανατολικά του αυχένα Κούτσι και της Χειμάρρας. Ακολούθησε, σκληρός αγώνας και συνελήφθηκαν περίπου 200 αιχμάλωτοι, ανάμεσά τους και ο Διοικητής Άμυνας Ζαν Ντομένικο. Τη νύκτα 19/20 Δεκεμβρίου εκδήλωσε αιφνιδιαστική επίθεση και κατέλαβε το ύψωμα Τσιπίστα, βορειοδυτικά της Χειμάρρας. Στις 21 Δεκεμβρίου, η μάχη στον αυχένα Κούτσι είχε λήξει με επιτυχία. Το 141 Τάγμα Μελανοχιτώνων παραδόθηκε στο Απόσπασμα Τσακαλώτου και τις πρωινές ώρες της 22ας Δεκεμβρίου 1940, οι ελληνικές δυνάμεις απελευθέρωσαν τη Χειμάρρα, ανοίγοντας την οδό προς Αυλώνα για τον Ελληνικό Στρατό. Μέχρι τις 27 Δεκεμβρίου, το Απόσπασμα Τσακαλώτου με τα ΙΙ/40 και Ι/42 Τάγματα Ευζώνων είχε καταλάβει τις περιοχές Καλαράτι και Μπολιένα, αντίστοιχα. Στις 6 Ιανουαρίου 1941, το ελληνικό Γενικό Στρατηγείο κοινοποίησε την αναστολή των μεγάλων επιθετικών επιχειρήσεων, λόγω του δριμύτατου ψύχους στην περιοχή, που είχε δημιουργήσει μεγάλες δυσκολίες στις συγκοινωνίες και συνακόλουθα στους ανεφοδιασμούς και στις διακομιδές.