Ομιλία της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου κατά την αναγόρευσή της σε Επίτιμη Διδάκτορα της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου

Με χαρά και συγκίνηση βρίσκομαι σήμερα στην Κύπρο, με αφορμή τους εορτασμούς για την 64η επέτειο της Ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου για την τιμή που μου αποδίδει. Στα 35 χρόνια λειτουργίας του, το Πανεπιστήμιο αναδείχθηκε σε κορυφαίο φορέα εκπαίδευσης για την Κυπριακή Δημοκρατία και συνέβαλε, ως θεσμός, στην ενίσχυση των αδελφικών δεσμών με την Ελλάδα, μέσω της συνεργασίας του με τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας μου. Οι προερχόμενοι από την Ελλάδα καθηγητές και φοιτητές του αποτελούν, άλλωστε, μία ακόμη γέφυρα που διασφαλίζει τη διατήρηση των δεσμών αυτών.

Η συμπόρευση Ελλάδας και Κύπρου μπροστά στις σύγχρονες προκλήσεις είναι κρίσιμη και αναγκαία, όχι μόνο για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και για τον ίδιο τον κυπριακό Ελληνισμό. Στο πλαίσιο αυτό, η τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Κύπρο επιτελεί κορυφαίο εθνικό έργο, αυτό της σφυρηλάτησης της ενότητας του Ελληνισμού εναντίον κάθε απόπειρας διάβρωσής του.

Κυρίες και κύριοι,

Βρισκόμαστε σε μία συγκυρία μεγάλης αβεβαιότητας για την Ευρώπη και τον κόσμο. Η κατάσταση σε γεωπολιτικό επίπεδο επιτείνει την ανασφάλεια, επηρεάζει την ισορροπία των σύγχρονων κοινωνιών και δημιουργεί υψηλές εντάσεις. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, μετά από την απρόκλητη ρωσική επίθεση που συνιστά ωμή παραβίαση του διεθνούς δικαίου, συνεχίζεται εδώ και δυόμιση περίπου χρόνια, θέτοντας σε αμφισβήτηση το διεθνές status quo και απειλώντας την ειρήνη στην Ευρώπη, ενώ δημιουργεί παράλληλα και σοβαρή ενεργειακή κρίση. Την ίδια στιγμή, η ένοπλη σύρραξη στη Μέση Ανατολή, που ξέσπασε μετά από την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς κατά του Ισραήλ πέρυσι τον Οκτώβριο, έχει σημάνει συναγερμό ιδίως στην ευρύτερη περιφέρεια της ανατολικής Μεσογείου. Ήδη παρατηρείται επέκταση της σύγκρουσης στον Λίβανο, ενώ η πιθανή εμπλοκή και άλλων κρατών θα έχει δραματικές επιπτώσεις για όλον τον κόσμο.

Από την εφαρμογή πολιτικών περιοριστικών για τα δικαιώματα κατά την περίοδο της πανδημίας, μέχρι την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση που αναγκάζει την Ευρώπη να υποδέχεται δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, τις όλο και αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, την αλματώδη εξάπλωση της τεχνητής νοημοσύνης, που εκτός από τα προφανή της οφέλη απειλεί τη δημοκρατία με τη διάδοση των fake news και τον επηρεασμό εκλογικών διαδικασιών και τόσες άλλες προκλήσεις, οι δημοκρατικοί και φιλελεύθεροι θεσμοί μας δοκιμάζονται. Ανακύπτουν επομένως κομβικά ερωτήματα για το πώς ένα δημοκρατικό και φιλελεύθερο κράτος μπορεί να εφαρμόσει αποτελεσματικές πολιτικές, διατηρώντας τον ίδιο βαθμό προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών του και σεβόμενο τις επιταγές του κράτους δικαίου.

Ζούμε, όπως υπογραμμίζουν οι κοινωνιολόγοι, σε κοινωνίες του κινδύνου, σε μόνιμη δηλαδή διακινδύνευση της σχέσης μεταξύ δικαιωμάτων και κρατικών συμφερόντων. Η ποιότητα και η προοπτική των δημοκρατιών μας και του κράτους δικαίου φαίνεται να υπονομεύεται, όπως και το ίδιο το επίπεδο της ζωής μας.

Οι σημαντικές ανασφάλειες της εποχής μας έχουν ενισχύσει έναν αντιδραστικό λόγο που διαβρώνει το πολιτικό και πολιτιστικό κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως η Ευρώπη θα προχωρήσει μπροστά. Όπως οι πατέρες της οραματίστηκαν και έδωσαν προτεραιότητα στην ανοικτή κοινωνία και την ελεύθερη αγορά, έτσι και σήμερα οι ηγέτες της καλούνται να δώσουν ανάλογη έμφαση στην ασφάλεια και την ισότητα των ανθρώπων. Η παραγωγική και κοινωνική βάση της Ευρώπης εξαρτάται από την κοινωνική δικαιοσύνη, τη δίκαιη κατανομή των βαρών και τη μείωση των ανισοτήτων, ιδίως μεταξύ των χωρών του Βορρά και του Νότου. Οι πολιτικές χωρίς αποκλεισμούς που καλωσορίζουν την κοινωνία των πολιτών και τα οράματά της είναι αυτές που ικανοποιούν το αίτημα για μία όλο και πιο πολιτική Ευρώπη. Αυτό που διακυβεύεται είναι το είδος της Ευρώπης που θα οικοδομηθεί. Η συμμετοχή στη διακυβέρνηση και η εγγύτητα με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα είναι οι βασικοί παράγοντες για την προώθηση της πολιτικής νομιμότητας της Ένωσης. Η Ευρώπη δεν χρειάζεται μόνον ορθολογική και διαχειριστική επάρκεια, αλλά και ένα ισχυρό και βαθύ ευρωπαϊκό συναίσθημα.

Η δημοκρατία και το κράτος δικαίου αποτελούν θεμελιακές αξίες και κατακτήσεις της ευρωπαϊκής μας οικογένειας. Η δημοκρατική αρχή και οι φιλελεύθερες εγγυήσεις, τα δικαιώματα και η διάκριση των εξουσιών, δεν μπορούν να διαχωριστούν, καθώς αποτελούν την ίδια την ουσία του συνταγματικού μας κράτους. Ο πυρήνας αυτός, παρά τις διαφορετικές εθνικές ταυτότητες και τα ποικίλα νομικά συστήματα και παραδόσεις, είναι κοινός και καθιερωμένος, τουλάχιστον στις προηγμένες δημοκρατίες του πλανήτη μας. Στο κράτος δικαίου, η δημόσια εξουσία ασκείται πάντοτε εντός των ορίων του Συντάγματος, σύμφωνα με τις αξίες της δημοκρατίας και της ελευθερίας, υπό τον έλεγχο ανεξάρτητων και αμερόληπτων δικαστηρίων, τα οποία εγγυώνται την προστασία των θεμελιωδών ατομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων των πολιτών.

Η προστασία του ευρωπαϊκού κεκτημένου συναρτάται με την εύλογη ισορροπία μεταξύ της άσκησης των δικαιωμάτων και του γενικού, καθολικού συμφέροντος. Απέναντι στις διαδοχικές κρίσεις, που έχουν υπαρξιακό χαρακτήρα για την Ευρώπη, την Ελλάδα και την Κύπρο, καμία χώρα δεν μπορεί να σταθεί μόνη της. Απαιτείται διεθνής συντονισμός σε κάθε μέτωπο και, σε αυτό το πλαίσιο, τον συνεκτικό μας ιστό τον αποτελούν οι κοινές μας ευρωπαϊκές αξίες. Πάνω σε αυτές θεμελιώθηκε και άνθησε η Ευρώπη και η Ένωση μεταπολεμικά και χάρη σε αυτές οι λαοί της Ευρώπης απέκτησαν και την ευρωπαϊκή συνείδηση, ως συστατικό στοιχείο της ταυτότητάς τους. Σήμερα, που έχει κοπάσει ο άνεμος της αισιοδοξίας στην Ευρώπη και οι δοκιμασίες είναι συνεχείς, πρέπει να γίνει αντιληπτό σε όλους ότι η δύναμή μας είναι στην ενότητα και τη συνεργασία, τη διαφύλαξη του πολύτιμου ευρωπαϊκού μας βιώματος.

Κύριες και κύριοι,

Η Ελλάδα εορτάζει φέτος μισόν αιώνα Μεταπολίτευσης. Συμπληρώνονται 50 χρόνια από την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος, που σημάδεψε τη χώρα μας ανεξίτηλα, αφήνοντας πίσω το ανεπούλωτο ακόμα τραύμα της Κύπρου. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, βιώσαμε μία πρωτοφανή περίοδο σταθερότητας, κοινωνικής προόδου και ανάπτυξης. Μέσω της συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την επανεπικύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η δέσμευσή μας στην υπεράσπιση των δημοκρατικών αξιών και ελευθεριών κατέστη αδιαπραγμάτευτη. Καταφέραμε έτσι να υπερβούμε το σκοτάδι που επέφερε η στρατιωτική δικτατορία και να θέσουμε τις βάσεις μιας αδιατάρακτης πορείας που οδήγησε στη δημοκρατική ολοκλήρωση, τη θωράκιση του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη βελτίωση της ζωής των πολιτών.

Η πορεία αυτή, δεν υπήρξε, ωστόσο, ανέφελη. Το μεταπολιτευτικό μας κεκτημένο δέχθηκε ισχυρά πλήγματα, ιδίως κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, που έφτασαν ακόμη και σε αμφισβήτηση των πολιτειακών θεσμών. Και στις οριακές όμως αυτές στιγμές, και τις συνακόλουθες αναταράξεις του πολιτικού συστήματος, οι θεσμοί και το πολίτευμά μας επέδειξαν αντοχή και προσαρμοστικότητα. Η δημοκρατία στη χώρα μας κατάφερε να εξέλθει ακόμα ισχυρότερη από τη μεγάλη αυτή δοκιμασία, παρότι βέβαια οι επιπτώσεις της κρίσης σε διάφορα πεδία είναι ακόμα ορατές. Η ανθεκτικότητα και η ποιότητα του δημοκρατικού και φιλελεύθερου πολιτεύματος, που αποδείχτηκε περίτρανα τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, είναι το κύριο διακύβευμα της εποχής μας, εποχής πολλαπλών, αλλεπάλληλων και πολύπλευρων κρίσεων. Οι τελευταίες απαιτούν μία ριζική αλλαγή παραδείγματος στην πρόληψη και την αντιμετώπισή τους, από το δημοσιονομικό πεδίο και τη λειτουργία της αγοράς, μέχρι τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον. Και αυτό προκειμένου, μεταξύ άλλων, να ενδυναμωθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στην ικανότητα του Κράτους να εγγυάται θεμελιώδη δικαιώματά τους, όπως αυτά στη ζωή, την υγεία και το περιβάλλον, καθώς και να εξασφαλίζει τις συνθήκες της υλικής ευημερίας τους.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, είναι επιβεβλημένο να προβούμε σε μία γενική ιστορική αποτίμηση της Μεταπολίτευσης αφού η περίοδος αυτή, με τα πολύτιμα κεκτημένα της, λειτουργεί αναστοχαστικά και κριτικά ως προς τις στρεβλώσεις της και μας καλεί να σχεδιάσουμε αποτελεσματικά το μέλλον. Καλούμαστε να την επινοήσουμε εκ νέου αναζωογονώντας το δημιουργικό της πνεύμα, προκειμένου να αντλήσουμε έμπνευση για τα πιεστικά προβλήματα του σήμερα. Λειτουργώντας πάντα συλλογικά, με ενότητα, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και διεθνούς συνεργασίας.

Η επέτειος της Μεταπολίτευσης είναι ιδιαίτερα σημαντική και για την Κύπρο, καθώς φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από την εισβολή και την παράνομη κατοχή μεγάλου μέρους του εδάφους της, 50 χρόνια κατάφωρης παραβίασης του διεθνούς δικαίου από την Τουρκία. Το «δεν ξεχνώ» δεν σημαίνει μόνο τη διατήρηση στη μνήμη μας της τραγωδίας του 1974, αλλά κυρίως την υποχρέωση να φέρουμε σε πέρας το πιο υψηλό εθνικό μας χρέος, τον αδιάλειπτο αγώνα για την απελευθέρωση και επανένωση της Κύπρου.

Η δημοκρατία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού, καθώς είναι απαραίτητη η διαμόρφωση μιας συνταγματικής τάξης που θα διασφαλίζει τις βασικές αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος και την λειτουργικότητα του κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας σε μία επανενωμένη ομοσπονδιακή Κύπρο. Εξάλλου, η πλήρης απόλαυση του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από όλους τους Κυπρίους δεν είναι εφικτή δίχως μία δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού.

Η de facto διχοτόμηση της Κύπρου και η παράνομη τουρκική κατοχή μέρους της επικράτειάς της παραμένει όνειδος για τη διεθνή κοινότητα και οδηγεί σε πολλαπλές παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως επανειλημμένως έχει κρίνει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η αδυναμία επιστροφής των εκτοπισμένων στις πατρογονικές τους εστίες, η συνεχιζόμενη καταπάτηση των περιουσιών τους στα κατεχόμενα, οι περιορισμοί που εξακολουθούν να υφίστανται οι ελάχιστοι εναπομείναντες εγκλωβισμένοι, η εκκρεμότητα της διακρίβωσης της τύχης όλων των αγνοουμένων της τουρκικής εισβολής και η καταστροφή της μακραίωνης κυπριακής πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελούν μερικά μόνο παραδείγματα.

Η τουρκική κατοχή έχει επίσης μεγάλο κόστος και για τους Τουρκοκύπριους, οι οποίοι υποχρεώνονται να ζουν υπό ένα καθεστώς, το οποίο μεριμνά πρωτίστως για τα συμφέροντα μιας τρίτης χώρας και αλλοιώνει τη δημογραφία αλλά και την κοινωνική και πολιτιστική συνοχή της τουρκοκυπριακής κοινότητας μέσω του μαζικού εποικισμού. Ενός εποικισμού που, ας μην ξεχνάμε, συνιστά ένα διαρκές έγκλημα πολέμου.

Συνεπώς, ο τερματισμός της κατοχής, η αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και η κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων συνιστούν προαπαιτούμενα της σύμφωνης με το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λύσης του Κυπριακού. Είναι σημαντικό, λοιπόν, να διαμηνύεται προς πάσα κατεύθυνση ότι ειρήνη, δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα υπό την απειλή όπλων δεν νοούνται.

Ελλάδα και Κύπρος πέτυχαν πολλά και σπουδαία όταν πορεύτηκαν μαζί, ως δύο αδελφά δημοκρατικά κράτη. Αποκορύφωμα αυτής της συμπόρευσης υπήρξε η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της σύγχρονης εξωτερικής πολιτικής των δύο χωρών. Στην κοινή αυτή πορεία, οι αξίες που διέπουν την ευρωπαϊκή μας οικογένεια και ο σεβασμός στους κανόνες του διεθνούς δικαίου, πάνω στους οποίους έχει δομηθεί η διεθνής κοινότητα, συνιστούν απαρέγκλιτες αρχές που τηρούν τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος.

Ελλάδα και Κύπρος στέκονται μαζί, προχωρούν μαζί και αντιμετωπίζουν με ενότητα και σύμπνοια την κάθε δυσκολία, εντός του ευρωπαϊκού και διεθνούς γίγνεσθαι. Οι προκλήσεις παραμένουν πολλές και αναμένεται να ενταθούν, αλλά το δημοκρατικό και φιλελεύθερο αξιακό μας πλαίσιο είναι αυτό που μας καθοδηγεί. Ο αγώνας για την επίλυση του Κυπριακού στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών και η διαφύλαξη της δημοκρατίας, η εμπέδωση του κράτους δικαίου και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι και για τις δύο χώρες υπαρξιακή συνθήκη.

Σας ευχαριστώ.

Τελευταίες δημοσιεύσεις