H Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου εγκαινίασε στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ. την έκθεση «Γιανούλης Χαλεπάς: Δούναι και Λαβείν».
Ακολουθεί ο χαιρετισμός της κυρίας Σακελλαροπούλου:
«Πάντοτε βρίσκομαι με συγκίνηση στη Θεσσαλονίκη, την πόλη όπου γεννήθηκα και έζησα τα πρώτα παιδικά μου χρόνια, την πόλη που μου ξυπνά έντονα συναισθήματα οικειότητας και αγάπης. Και κάθε φορά, μπαίνω στο Τελλόγλειο Ίδρυμα με ξεχωριστό ενδιαφέρον, γνωρίζοντας με πόση ειδημοσύνη, επιμέλεια και αισθητική λεπτότητα διοργανώνει τις εκθέσεις και τις εκδηλώσεις του. Μια ακόμη σπουδαία εστία πολιτισμού για τη συμπρωτεύουσα με την πλούσια πνευματική παράδοση, που δεν της ταιριάζουν φαινόμενα εγκληματικής βίας, μια πόλη που σέβεται τους θεσμούς και διατηρεί στέρεους τους κοινωνικούς δεσμούς. Τα πρόσφατα γεγονότα την πληγώνουν και την αδικούν. Ωστόσο μια πόλη όπως αυτή, με μεγάλες ηθικές, καλλιτεχνικές και διανοητικές κατακτήσεις, είμαι σίγουρη ότι θα αντισταθεί στον ζόφο επενδύοντας στα νοήματα και τις αξίες του πολιτισμού, τόσο στο πεδίο της δημιουργίας, όσο και στον κοινωνικό βίο.
Γι’ αυτό και θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική την αφιερωμένη στον Γιανούλη Χαλεπά έκθεση, την οποία εγκαινιάζουμε σήμερα, όπου αντιπροσωπεύονται όλες οι δημιουργικές φάσεις του έργου του, συμπληρωμένες με τα σχέδια, τα σκίτσα, τις εικαστικές του σημειώσεις στα κατάστιχα των λογαριασμών της επιχείρησης μαρμαρογλυπτικής του πατέρα του. Έχω την βεβαιότητα ότι, αναδεικνύοντας τους μηχανισμούς της μετουσίωσης της εσωτερικής πραγματικότητας του μεγάλου μας γλύπτη σε τέχνη, η έκθεση δεν προσφέρει μόνο πληροφορία, γνώση, μέθεξη στο ιδιαίτερο σύμπαν μιας γλυπτικής ιδιοφυίας, αλλά δείχνει και τον δρόμο μέσα από τον οποίο το τραύμα μπορεί να γίνει εφαλτήριο δημιουργίας. Χωρίς, βέβαια, και αυτό είναι σημαντικό, να επιλέγει μια αποκλειστικά βιογραφική ή ψυχολογική προσέγγισή του, αφού επιδιώκει να αναδείξει τη γόνιμη συνομιλία του με την διαχρονική κληρονομιά της γλυπτικής: με τα αρχαία πρότυπα και με τον χριστιανικό κόσμο, με τις επιρροές που δέχτηκε στη διάρκεια της σύντομης παραμονής του στο Μόναχο, όπου σπούδασε με υποτροφία στην περίφημη εκεί Ακαδημία, με τα δάνεια και τις αναφορές σε σύγχρονους ομοτέχνους του. Να αναδείξει, δηλαδή, τη σημασία της “αμοιβαιότητας”, του “πάρε δώσε” ως παραγωγικής αρχής στον τομέα της τέχνης, μιας διαδικασίας που διευρύνει τον ορίζοντα της δημιουργίας, όπως χαρακτηριστικά έχει επισημάνει ο Δημήτρης Μαρωνίτης “τόσο στη διάσταση του χώρου όσο και στο άνυσμα του χρόνου”.
Πέρα από την ψυχική ασθένεια, λοιπόν, πέρα από τον εγκλεισμό, πέρα από τον θρύλο του “άγιου σαλού” που αναζήτησε στην τέχνη την ίαση, την άμυνα, την καταφυγή και την δικαίωση, η έκθεση αυτή μας επιτρέπει να δούμε τον Χαλεπά ως τον μεγάλο καλλιτέχνη που ήταν, έναν κλασικό που υπερέβη την εποχή του. Τον νεοέλληνα καλλιτέχνη “που μ’ όποιο κι όνομα να τον καλέσουμε, θε να’ ταν κατώτερο απ’ τη μεγαλωσύνη του”, όπως τόσο συγκινητικά τον έχει χαρακτηρίσει ο Δημήτρης Πικιώνης».